Κυριακή 6 Απριλίου 2014

Ο Καιόμενος

Ο Τάκης Σινόπουλος (17 Μαρτίου 1917-25 Απριλίου 1981) ήταν ποιητής και συγγραφέας
Γεννήθηκε στην Αγουλινίτσα και ήταν πρωτότοκος γιος του φιλολόγου Γιώργου Σινόπουλου και της Ρούσας-Βενέτας Αργυροπούλου. Σπούδασε ιατρική στο πανεπιστήμιο Αθηνών και αποφοίτησε το 1944. Το 1934 δημοσίευσε το ποίημα «Προδοσία» και το διήγημα «Η εκδίκηση ενός ταπεινού» στην Πυργιώτικη εφημερίδα «Νέα Ημέρα» με το ψευδώνυμο Αργυρός Ρουμπάνης. Το 1941 επιστρατεύτηκε ως λοχίας υγειονομικού στο Λουτράκι,[1] ενώ κατά τη διάρκεια της κατοχής δημοσίευσε μεταφράσεις Γάλλων ποιητών καθώς και μερικά δοκίμια για την ποίηση. Το 1942 φυλακίστηκε για μικρό χρονικό διάστημα από τους Ιταλούς ως αντιστασιακός ενώ την περίοδο του εμφυλίου ήταν γιατρός σε τάγμα πεζικού. Με το τέλος του εμφυλίου άρχισε να εργάζεται ως γιατρός παθολόγος στην πρωτεύουσα. Το 1951 κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Μεταίχμιο».
Ανήκε στην εκδοτική ομάδα των «Δεκαοχτώ Κειμένων», των «Νέων Κειμένων» 1-2, της «Κατάθεσης '73» και του περιοδικού «Η Συνέχεια». Ακόμη, συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά («Νέα Εστία», «Φιλολογικά Χρονικά», «Οδυσσέας« (Πύργου), «Κοχλίας», «Πειραϊκά Γράμματα», «Αγγλοελληνική Επιθεώρηση», «Καινούρια Εποχή», «Ζυγός», «Εποχές», «Τραμ», «Ο Ταχυδρόμος» κ.ά.
Ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά. Επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τους Τ.Σ. Έλιοτ, Σεφέρη και Έζρα Πάουντ. Γενικά η ποίηση του είναι λυρική, επιγραμματική και κυριαρχείται από τραγική αυτογνωσία και απαισιοδοξία. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του παρατηρήθηκε μια μεταστροφή στη χρήση του γλωσσικού υλικού προς έναν αντιποιητικό, επιθετικό και συχνά ειρωνικό λόγο. Μεγάλο μέρος της βιβλιοθήκης του το είχε δωρίσει στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Έγραψε επίσης τις ποιητικές συλλογές «Το άσμα της Ιωάννας και του Κωνσταντίνου», που τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο ποίησης το 1961, «Γνωριμία με τον Μαξ», «Νύχτα και αντίστιξη», καθώς και διάφορες μελέτες και δοκίμια όπως την «Στροφή» για το έργο του Σεφέρη. Του απονεμήθηκε το 2ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης για «Το άσμα της Ιωάννας και του Κωνσταντίνου» το 1962.
Απεβίωσε στην Αθήνα στις 25 Απριλίου 1981 (παραμονή του Πάσχα του 1981). Ήταν παντρεμένος με την Μαρία Ντότα, η οποία το 1995 δώρισε το σπίτι που έμενε στον δήμο Νέας Ιωνίας με σκοπό την στέγαση του ιδρύματος «Τάκης Σινόπουλος». Προτομή του ποιητή υπάρχει στην πλατεία, έξω από το σπίτι του, στην οδό Τάκη Σινόπουλου στον Περισσό.

Ο Καιόμενος

Αφόρμηση:

1. Από τη Νοσταλγία του Ταρκόφσκι
















2. Από την Περίπτωση του Κώστα Γεωργάκη
Ο Κώστας Γεωργάκης (1948 - 1970) ήταν φοιτητής που αυτοπυρπολήθηκε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την δικτατορία στην Ελλάδα.

Γεννήθηκε στην Κέρκυρα, στις 23 Αυγούστου του 1948 και ήταν μέλος της νεολαίας της Ένωσης Κέντρου. Σπούδαζε γεωλογία[1] στην Ιταλία, όταν το 1970 ανώνυμα σε συνέντευξή του αποκάλυψε ότι η Χούντα είχε διεισδύσει στις ελληνικές οργανώσεις της Ιταλίας. Φοβούμενος ότι η Χούντα αργά ή γρήγορα θα ανακάλυπτε την ταυτότητά του, αποφάσισε να προβεί σε μια πράξη διαμαρτυρίας κατά της Χούντας η οποία δεν θα έδινε τη δυνατότητα στο καθεστώς να προβεί σε αντίποινα προς την οικογένειά του, που ήταν στην Ελλάδα.
Έτσι, στις 19 Σεπτεμβρίου 1970, τα ξημερώματα, στην πλατεία Ματεότι της Γένοβας, μπροστά από το δικαστικό μέγαρο, περιέλουσε εαυτόν με βενζίνη και αυτοπυρπολήθηκε, φωνάζοντας Το έκανα για χάρη της Ελλάδας, ζήτω η δημοκρατία, όλοι οι Ιταλοί ας αναφωνήσουν : Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου και πέθανε μετά από λίγες ώρες. Η κηδεία του έγινε στη Γένοβα στις 23 Σεπτεμβρίου[2] Το περιστατικό αποσιωπήθηκε από τη δικτατορία, προκάλεσε όμως έντονη αίσθηση στη διεθνή κοινότητα. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα με καθυστέρηση τεσσάρων μηνών[3], λόγω εσκεμμένων κωλυσιεργιών της Χούντας, και ενταφιάστηκε στο Α΄ Νεκροταφείο.
Σήμερα στο σημείο που αυτοπυρπολήθηκε υπάρχει αναμνηστική πλάκα με την επιγραφή στα Ιταλικά:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου